Από τον Δημήτρη Ι. Κυρτάτα, καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Φωτογραφίες: Δημήτρης Ι. Κυρτάτας.
Αρχική δημοσίευση: Περιοδικό «ΕΥΑΝΔΡΟΣ».
Οι ανδριώτικοι πύργοι, αυτά τα τριώροφα ορθογώνια κτίσματα, οικοδομήθηκαν ως αρχοντικές κατοικίες με ολοφάνερα αμυντική οργάνωση για την προστασία των ενοίκων και των αγαθών τους.
Οι επισκέπτες της Άνδρου, παλαιότεροι και νεότεροι, εντυπωσιάζονται πάντα από ένα πλήθος πυργόσπιτα, διάσπαρτα σε πολλά χωριά. Πρόκειται για τριώροφα ορθογώνια κτίσματα που αποκαλούνται γενικώς πύργοι, μολονότι δεν έχουν σχέση ούτε με τον αρχαίο πύργο του Αγίου Πέτρου, ούτε με τους πύργους των βενετσιάνικων κάστρων. Οικοδομήθηκαν ως αρχοντικές κατοικίες με ολοφάνερα αμυντική οργάνωση, για την προστασία των ενοίκων και των αγαθών τους. Είχαν επίσης παραγωγικό προορισμό, με πατητήρια για το κρασί και άλλα εργαστήρια στα κατώγια, και ψηλοτάβανες σάλες κατάλληλες για την εκτροφή μεταξοσκω-λήκων και την παραγωγή μεταξιού.
Οι πύργοι της Άνδρου έχουν χοντρούς τοίχους με πάχος περισσότερο από ένα μέτρο, μικρά, τοξωτά παράθυρα στον άνω όροφο και πολεμίστρες στη βάση τους (που στη τοπική διάλεκτο αποκαλούνται λοξίκες). Σε πολλούς διακρίνονται ακόμα εξοχές πάνω από τις εισόδους, από όπου ήταν δυνατόν να διοχετευτεί καυτό νερό ή λάδι εναντίον επίδοξων εισβολέων (οι λεγόμενες καταχύστρες). Σε παλαιότερες εποχές μάλιστα, η είσοδος σε αυτούς γινόταν με φορητή σκάλα που μπορούσε εύκολα και ανασυρθεί.
Οι πύργοι ως μέγαρα
Στο τέλος του 19ου και την αρχή του 20ού αιώνα, πολλοί από τους πύργους αυτούς μετασκευάστηκαν ώστε να θυμίζουν νεοκλασικά μέγαρα. Απέκτησαν κεραμοσκεπές, μεγάλες βεράντες με σκάλες για εύκολη πρόσβαση και ανοίγματα στο σχήμα και το μέγεθος νεοκλασικών παραθύρων. Αρκετοί από αυτούς επεκτάθηκαν με πρόσθετα κτίσματα στο δώμα και την είσοδο. Ακόμα και σ’ αυτές τις περιπτώσεις πάντως, ο προσεκτικός παρατηρητής μπορεί εύκολα να διακρίνει την αρχική τους δομή και τον αρχικό τους προορισμό. Οι περισσότεροι άλλωστε παραμένουν πάντα γνωστοί στο νησί ως πύργοι κάποιου Ανδριώτη, είτε του αρχικού τους κτήτορα, είτε κάποιου επιφανούς ενοίκου τους.
Οι περισσότεροι από τους πύργους που διασώζονται ακόμα στην Άνδρο θα πρέπει να οικοδομήθηκαν στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας. Σύμφωνα με τις διαθέσιμες ενδείξεις, στην αρχή του 17ου αιώνα δεν είχαν ακόμα λάβει την ολοκληρωμένη τους μορφή. Με εξαίρεση τον πύργο του αγά (που βρισκόταν στο σημείο όπου κτίστηκε αργότερα το ορφανοτροφείο του Θεόφιλου Καΐρη), αναπτύσσονταν σε δύο ζώνες, μία μονώροφη και μία διώροφη. Οι περισσότεροι άρχοντες της Άνδρου κατοικούσαν άλλωστε στην πυκνοκτισμένη Χώρα, τη Μεσαριά και ορισμένα χωριά του Κορθίου. Από το τέλος του 17ου αιώνα ωστόσο, πολλοί άρχοντες μετακινήθηκαν για προστασία σε ορισμένα χωριά (τα λεγόμενα αρχοντοχώρια) και τους αγρούς, οικοδομώντας τους πύργους που γνωρίζουμε σήμερα. Η συνήθεια αυτή τερματίστηκε πάντως με τη δημιουργία του ελληνικού κράτους και τις νέες συνθήκες που επικράτησαν.
Οι τρεις εντυπωσιακότεροι Ανδριώτικοι πύργοι
Οι ανδριώτικοι πύργοι ήρθαν πρόσφατα και πάλι στο προσκήνιο. Την αφορμή έδωσε η κατάρρευση του πύργου του Μπίστη Μουβελά στις Στενιές, που ήταν πάντα ένας από τους εντυπωσιακότερους.
Ο συγκεκριμένος πύργος έχει γίνει μάλιστα αντικείμενο σοβαρής μελέτης. Τον οικοδόμησε ο άρχοντας Σταματέλος Μπίστης λίγο πριν από το 1680 και τον κατοίκησαν αυτός και οι απόγονοί του έως το μέσον του 20ού αιώνα. Στη συνέχεια, παρέμεινε ωστόσο αφρόντιστος για αρκετά χρόνια και σήμερα πια καταρρέει.
Ένας άλλος πύργος που γίνεται επίσης αντικείμενο συζήτησης είναι του Καΐρη Παρόδου στη Μεσαριά. Μολονότι δεν είναι γνωστή η χρονολογία της κατασκευής του, υπάρχουν άφθονες πληροφορίες για τους ενοίκους του. Ήταν προγονική κατοικία του Μιχαλάκη Καΐρη, του τελευταίου κοτζάμπαση της Άνδρου, που παραιτήθηκε με την έκρηξη της επανάστασης. Ο Μιχαλάκης Καΐρης πήρε ενεργό μέρος στον αγώνα και από το 1837 έως το 1847 διετέλεσε δήμαρχος Άνδρου. Στον πύργο του δεξιώθηκε όλους σχεδόν τους επιφανείς επισκέπτες του νησιού. Τον Σεπτέμβριο του 1840 υποδέχτηκε τον Όθωνα που τρία χρόνια αργό-τερα τον παρασημοφόρησε για τη γενικότερη προσφορά του. Το 1844 εξελέγη βουλευτής και το 1847 διορίσθηκε γερουσιαστής.
Ο πύργος του Καΐρη, που παρέμεινε στην ιδιοκτησία της οικογένειας, χρησιμοποιήθηκε με διάφορους τρόπους τον 20ό αιώνα, στεγάζοντας ακόμα και σχολείο. Από καιρό ωστόσο έχει εγκαταλειφθεί και καταρρέει, απειλώντας ακόμα την ασφάλεια των περαστικών.
Ένας τρίτος ανδριώτικος πύργος, εξίσου μεγαλοπρεπής, βρίσκεται στον Αμόλοχο, με πανοραμική θέα στον Κάβο Ντόρο.
Ο επιφανέστερος ένοικός του ήταν ο Γιαννούλης Δημητρίου, που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην επανάσταση. Συγκρότησε με δικές του δαπάνες σώμα πολεμιστών που πήρε μέρος στη μάχη των Δερβενακίων. Στη συνέχεια προμήθευε διαρκώς τους διερχόμενους αγωνιστές με χρήματα και τρόφιμα. Για τη ζωή και το έργο του υπάρχουν άφθονες πληροφορίες, που δεν έχουν ωστόσο γίνει αντικείμενο συστηματικής διερεύνησης. Εξίσου συγκεχυμένες παραμένουν και οι παραδόσεις για τον πύργο του, που γνώρισε ασφαλώς ημέρες μεγάλης δόξας. Σήμερα, μολονότι δεν έχει εγκατα-λειφθεί τελείως, βρίσκεται ήδη σε δύσκολη κατάσταση.
Το τέλος μιας εποχής
Εικόνα ραγδαίας παρακμής δίνουν και πολλοί άλλοι πύργοι στην Άνδρο. Τα έξοδο για τη συντήρησή τους είναι ασφαλώς δυσβάστακτα, με δεδομένο ότι μοναδικός προορισμός τους φαίνεται να είναι η μνημειακή τους ανάδειξη. Αλλά η ελληνική κοινωνία δεν φαίνεται να διαθέτει ούτε τις δυνάμεις, ούτε τη βούληση για τη συντήρηση και την αξιοποίηση μνημείων της οθωμανικής περιόδου. Με την αναμενόμενη κατάρρευση των πύργων της, η Άνδρος δίνει την εντύπωση ότι αναμένει και το συμβολικό τέλος μιας εποχής.